Κυριακή, Ιουνίου 10, 2012

-Μια ευκαιρία να συναντηθούμε με την γενιά των γονέων μας


Το κείμενο που ακολουθεί αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα τον Μάιο του 2010. Πίστευα, τότε, ότι αυτό που περιγράφει ήταν απλά μια ευκαιρία. Σήμερα, μετά από αυτά τα δύο βασανιστικά χρόνια, πιστεύω πως είναι η μόνη και τελευταία ευκαιρία που μας έχει απομείνει. Επειδή το πρόβλημα μας έχει μετατοπιστεί πολύ βαθύτερα. Έχει πάψει πλέον να είναι η οικονομία.


9/5/2010/

Πριν από κάμποσο καιρό, πριν έρθει η αναστάτωση της κρίσης, διάβασα ένα ωραίο άρθρο σε μια εφημερίδα. Ήταν μια απότιση φόρου τιμής προς τους πατεράδες και τις μανάδες μας. Προς την μεταπολεμική γενιά, που, σιγά σιγά στις μέρες μας, φεύγει. Σε αυτούς, που βγαίνοντας εξουθενωμένοι από δύο καταστροφικούς πολέμους, κατόρθωσαν με σκληρή δουλειά, στερήσεις, θυσίες, αυταπάρνηση και όραμα να δημιουργήσουν μια νοικοκυρεμένη και ευημερούσα χώρα. Την ίδια χώρα, που εμείς ετοιμαζόμαστε τώρα να παραδώσουμε στις φλόγες της αυτοκαταστροφικής μας μανίας. 

Ένα μόνο σκοτεινό σημείο περιείχε το κείμενο. Αποκαλούσε την γενιά αυτή, γενιά που "δεν έζησε". Αλλά η απουσία πραγματικής ζωής είναι ασύμβατη με την δημιουργία. Και η γενιά αυτή δημιούργησε. Άρα, δεν μπορεί παρά να "έζησε".

Σήμερα μας δίνεται μια μοναδική ευκαιρία να συναντηθούμε στοχαστικά με την γενιά των γονέων μας. Όχι για να γίνουμε ρομαντικοί εραστές της ολιγάρκειας ή της φτώχιας, αναζητώντας παραμυθία και κρύβοντας την αδυναμία μας να ανοίξουμε και πάλι τον δρόμο προς ένα καλύτερο μέλλον. Αλλά για να εμπνευσθούμε από τα ουσιώδη της δικής τους ζωής, που είναι τα μόνα που μπορούν να μας οδηγήσουν σε μια νέα ανοδική πορεία. Να ανακαλύψουμε την χαρά της κοινωνίας και της συμμετοχής. Την ασφάλεια της αλληλεγγύης, της αλληλοστήριξης και της εμπιστοσύνης. Την λυτρωτική αίσθηση της άμιλλας και της δικαιοσύνης. Που δίνουν ακόμη και στην ήττα μια γεύση λιγότερο πικρή. Τότε είναι σίγουρο ότι όλα τα υπόλοιπα, οι μικρές ή οι μεγάλες πολυτέλειες, αυτές που είναι για να κλείνουν τις εξωτερικές, τις πιο επιπόλαιες απ' τις πληγές μας μόνο, θα έρθουν χωρίς να χρειαστεί να τις αναζητήσουμε.

Είχα γράψει τότε στον αρθρογράφο ένα μικρό σημείωμα.


Αγαπητέ κ. Χ

Γράφετε πολύ ωραία και σπάνια διαφωνώ μαζί σας.

Στο σημερινό σας άρθρο, όμως, χαρακτηρίζετε μάλλον άστοχα την γενιά που φεύγει ως την γενιά που "δεν έζησε". Νομίζω πως αυτό είναι ένα λάθος που έχει την ρίζα του στην παθογένεια των καιρών μας. Στην ταύτιση δηλαδή της ζωής (της ευτυχίας ή της απόλαυσης με άλλα λόγια) με την αφθονία των υλικών μέσων, που την κάνουν πιο πλούσια, πιο εύκολη και πιο άνετη.

Οι γονείς μου ανήκουν στην γενιά αυτή και πέρασαν ιδιαίτερα δύσκολα χρόνια. Δεν έζησαν μόνο την απερίγραπτη φτώχια στην οποία αναφέρεστε, -και που εμείς με τα δικά μας σημερινά μέτρα δεν μπορούμε να κατανοήσουμε-, αλλά και πόλεμο και καταστροφές και ορφάνια και θάνατο. Είδαν τα σπίτια τους να καίγονται και σύρθηκαν για καιρό σε καταυλισμούς προσφύγων. Δεν νομίζω παρόλα αυτά ότι υπήρξαν ποτέ δυστυχείς με την πραγματική έννοια του όρου. Γιατί η ζωή τους είχε σε κάθε στιγμή μια σταθερή νοηματοδότηση, που άφηνε ορθάνοικτο ένα μεγάλο παράθυρο αισιοδοξίας, ελπίδας και προοπτικής. Υπό την έννοια αυτή είχαν τα πάντα χωρίς να έχουν τίποτε. Και επιπλέον, ότι έκαναν δεν το έκαναν για μένα. Το έκαναν για τον εαυτό τους, του οποίου εγώ έτυχε απλά να υπάρξω ως φυσική προέκταση.

Το κρίσιμο στοιχείο όμως κ. Χ ήταν πως οι γονείς μου, όπως όλοι ο γονείς της γενιάς μας, αισθάνονταν τον εαυτό τους ως αναπόσπαστο μέρος μιας ενιαίας ομάδας, που ξεκινούσε από την στενή πυρηνική οικογένεια, περνούσε από το σόι και τους συγγενείς, απλώνονταν στην γειτονιά, στην πόλη και τελείωνε στα όρια αυτού που θεωρούσαν πατρίδα τους. Κανείς δεν ήταν μόνος του μέσα σε ένα εχθρικά ανταγωνιστικό σύμπαν. Κάθε ένας αποτελούσε ουσιώδες δομικό στοιχείο μιας αδιάσπαστης υπερβατικής οντότητας. Και η ποιότητα των σχέσεων, η πίστη στις άυλες αξίες, η συνείδηση ενός προορισμού, η αίσθηση κάποιου καθήκοντος, μικρού ή μεγάλου, δεν έχει σημασία, μαζί με την πληρότητα που πήγαζε από την ορθή εκτέλεση του, ήταν εκείνα τα πράγματα που γέμιζαν την ζωή με γνήσιες απολαύσεις και που τούς έκαναν τελικά να "ζουν" και να δημιουργούν τα υλικά θαύματά τους. Θαύματα για τα οποία πολύ σωστά γράψατε.

Αν υιοθετήσουμε αυτό το "δεν έζησαν", που με τόση βαρύτητα διατυπώνετε στο άρθρο σας, τότε θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι για χιλιάδες χρόνια η ανθρωπότητα ζούσε βυθισμένη στον ζόφο και την δυστυχία. Περιμένοντας την εποχή του ανά εξάμηνο ανανεούμενου iPod, για να αρχίσει να αισθάνεται το πραγματικό νόημα της ύπαρξης της. Και η αντίληψη αυτή θα μας κρατάει όλο και πιο μακριά από τις λύσεις των προβλημάτων μας.

Δεν είναι αναχωρητής, πιστέψτε με. Μάλλον καταναλωτικός θα έλεγα.

buzz it!

1 σχόλιο:

γ.κ. είπε...

Ωραίο κείμενο με ουσιαστικές σκέψεις.

Καλημέρα