Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2012

-Ένα εκατομμύριο Έλληνες πρέπει να αλλάξουν δουλειά



Τις καλοκαιρινές μέρες που ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων στα πανεπιστήμια, η χαρά των γονιών στον κύκλο μου, αυτών που τα παιδιά τους πέτυχαν, μου έκανε, -αυτή τη φορά, για πρώτη φορά-, μια αλλόκοτη εντύπωση. Εισέπραξα το ίδιο κλίμα, με την ίδια πάντα απορία και στα social media.

Τίποτε πιο φυσιολογικό, θα πει κανείς. Οι γονείς καμαρώνουν τα βλαστάρια τους, τους μελλοντικούς γιατρούς, φαρμακοποιούς, μηχανικούς, μηχανολόγους, δικηγόρους, οικονομολόγους, κοινωνιολόγους, πολιτικούς επιστήμονες. Κάποιοι από τους γονείς αυτούς, οι πιο τυχεροί, δεν έγιναν μόνον περήφανοι. Άφησαν ταυτόχρονα να τους ξεφύγει και ένας αναστεναγμός ανακούφισης. Είναι αυτοί που τα παιδιά τους πέτυχαν την εισαγωγή στις παραγωγικές σχολές του στρατού και της αστυνομίας, κερδίζοντας έτσι εκτός από την χαρά της επιβεβαίωσης και το πολύτιμο προνόμιο της δια βίου βέβαιης σίτισης από το δημόσιο ταμείο. Ας αλλάξουμε θέμα, όμως.

Στα τρία χρόνια που κρατάει αυτή η ανυπόφορη ανωμαλία της κρίσης άκουσα, διάβασα και έμαθα, όπως όλοι μας, πολλά καινούργια πράγματα. Αυτό, όμως, που μου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση, επειδή πιστεύω ότι αφενός προσφέρει το κλειδί που χρειαζόμαστε για να αποκωδικοποιήσουμε την σημερινή περίπλοκη εικόνα και να κατανοήσουμε την τερατώδη στρέβλωση που δημιουργήσαμε στην σχέση παραγωγικότητας, απόδοσης και ανταπόδοσης, -στρέβλωση που μας οδήγησε στην σημερινή τραγωδία-, και αφετέρου δίνει την κατεύθυνση για τον στρατηγικό σχεδιασμό της ανηφόρας, που πρέπει από εδώ και πέρα να διανύσουμε, είναι μια φράση επτά μόνον λέξεων του Αρίστου Δοξιάδη. "Ένα εκατομμύριο Έλληνες πρέπει να αλλάξουν δουλειά".

Έκτοτε, στα τρία αυτά χρόνια, οι εμπειρικές διαπιστώσεις που κυριαρχούν στον δημόσιο λόγο και επιβεβαιώνουν την οξυδερκή και θεμελιώδη αυτή απόφανση είναι καθημερινές. Όλοι πλέον ξέρουν ότι η Θεσσαλονίκη δεν μπορεί να συντηρεί τόσο φαρμακεία, όσα έχει ολόκληρη η Αυστρία μαζί, ότι οι δικηγόροι που αγωνιούν για την επιβίωση τους και συμμετέχουν ενεργά στην απονέκρωση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, παράγοντας συνεχώς, τεχνητά, νέα δικαστική ύλη, είναι πέντε ή δέκα φορές περισσότεροι από όσους διαθέτει η ευνομούμενη Σουηδία, ότι ο αριθμός των γιατρών, που αναλογούν σε κάθε χίλιους κατοίκους της χώρας, είναι από καιρό και με διαφορά ο μεγαλύτερος σε σχέση με αυτόν όλων των υπολοίπων αναπτυγμένων χωρών, ότι οι δεκάδες χιλιάδες μηχανικοί δεν μπορεί να συνεχίσουν να απομυζούν τους ήδη σπάνιους κοινωνικούς πόρους, παράγοντας πιστοποιητικά και άδειες άνευ αντικειμένου, ότι οι δημόσιες υπηρεσίες δεν γίνεται πλέον να γεμίζουν ασφυκτικά από υπαλλήλους, με πλήθος τυπικών προσόντων αλλά με απουσία κάθε ουσιαστικού. Θα μπορούσε να απαριθμήσει κανείς δεκάδες άλλους τομείς δραστηριότητας, που προστιθέμενοι δημιουργούν το τέρας της ελληνικής ιδιορρυθμίας, που σήμερα βυθίζεται σε αργό θάνατο.

Όλα αυτά είναι πλέον κοινός τόπος. Υπερπαραγωγή υπηρεσιών από επαγγέλματα υψηλού κοινωνικού κύρους, με αντίστοιχη πρόκληση τεχνητής ζήτησης, σε ένα πλαίσιο μιας ολοένα και περισσότερο συρρικνούμενης παραγωγής πραγματικού πλούτου. Ασφυξία. Αλλά και μηχανή διαρκούς μεταφοράς πόρων, με τρόπο που σωρεύει αίσθημα αδικίας και παράγει αντικίνητρα για την ορθολογική δράση.

Και όμως, η ελληνική κοινωνία, αφού διαπίστωσε πλέον όλα τα παραπάνω, -χωρίς να υπάρχει από καμία πλευρά μια σοβαρή αντίρρηση-, γιόρτασε πασιχαρής, για μια ακόμη φορά, το νέο ετήσιο ξεκίνημα της παραγωγής και άλλων γιατρών και άλλων δικηγόρων και περισσότερων μηχανικών και ακόμη περισσότερων οικονομολόγων και κοινωνιολόγων. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι η ποιότητα των πανεπιστημίων στα οποία θα εκπαιδευθούν όλοι αυτοί είναι ένα άλλης τάξεως τραγικό ζήτημα.

Η αντίφαση αυτή, αντίφαση ανάμεσα στην αναγνώριση της πραγματικότητας και στην αντίστοιχη αντιμετώπιση της, βρίσκει την εξήγηση της στο θεμελιώδες έλλειμμα συλλογικότητας. Της αναγκαστικής αλλά μη συνεργατικής συμβίωσης. Και, επιπλέον, στο έλλειμμα εμπιστοσύνης προς την κοινότητα και στην ανυπαρξία πίστης για την προοπτική της χώρας.

Πράγματι, λένε οι περισσότεροι κατ' ιδίαν, χρειάζεται ένα νέο ξεκίνημα, αλλά η πορεία και η εξέλιξη του είναι αβέβαιες. Πράγματι, πρέπει να στηριχθεί κάτι άλλο, καινούργιο, πραγματικά παραγωγικό, αλλά κανείς δεν θα το κάνει πρόθυμα και, κυρίως, κανείς δεν είναι σε θέση να το κάνει αποτελεσματικά. Πράγματι, θα θέλαμε να σώσουμε την χώρα και να δώσουμε τον καλύτερο εαυτό μας, αλλά ο καθένας μόνος είναι ανίσχυρος και δεν επαρκεί. Αξίζει, λοιπόν, τον κόπο μια σίγουρη θυσία χωρίς αντίκρυσμα;

Αυτά είναι λόγια που ακούγονται από κάθε πλευρά. Και ακούγονται δικαίως, επειδή ο ηρωισμός δεν είναι μέσα στην φύση των απλών, καθημερινών ανθρώπων. Αντίθετα η πρόνοια για την σταθερότητα και την εξασφάλιση της επιβίωσης είναι. Πολλές φορές, όμως, το, υγιές κατά τα άλλα, ένστικτο οδηγεί σε λανθασμένες κατευθύνσεις, λόγω της κακής εκτίμησης των συνθηκών. Ποτέ δεν θα λείψουν οι δικαστικές διαμάχες, σκέφτεται ο πατέρας του μελλοντικού δικηγόρου, και το παιδί μου θα μπορέσει να επιβιώσει, κουτσά στραβά. Τι άλλο να κάνει άλλωστε; Μόνο που η σκέψη αυτή θα γίνεται ταυτόχρονα σε δεκάδες χιλιάδες σπίτια καλοπροαίρετων ανθρώπων, μέχρι που η χώρα θα φθάσει να κατοικείται μόνο από δικηγόρους, που θα υπερασπίζονται ο ένας τον άλλον, από γιατρούς, που θα θεραπεύονται εκατέρωθεν και από μηχανικούς, που θα εκδίδουν πιστοποιητικά ενεργειακής επάρκειας για όλους τους υπόλοιπους.

Η πολιτική τάξη δεν μοιάζει να αντιλαμβάνεται τίποτε από τα παραπάνω. Όσα έκανε στο παρελθόν παραγράφηκαν. Για τις ευθύνες των σημερινών εγκληματικών της πράξεων κρύβεται πίσω από την τρόικα των δανειστών. Και για τις ευθύνες του ανύπαρκτου σχεδιασμού της πίσω από την νεοπαγή και οπωσδήποτε πολιτικά ορθή ιδεοληψία της αυτορρύθμισης της κοινωνίας, μέσω του δήθεν ελεύθερου ανταγωνισμού. Αφού για δεκαετίες εδραίωσε το αίσθημα αδικίας, τον ατομικισμό και την καχυποψία προς κάθε τι δημόσιο, αφού επέβαλε τον όρο της επιβίωσης μέσω της αναγκαστικής συναλλαγής, αφού κατέστρεψε κάθε σπόρο για την καλλιέργεια της καλής πίστης και αφού έσπειρε το οικονομικό πεδίο με εξαντλημένα, ημιθανή σώματα, τώρα παραπέμπει στις δυνάμεις της αγοράς, κουνώντας μάλιστα κάποιες φορές και το δάκτυλο, ανίκανη να ανταποκριθεί στον ρόλο της στήριξης και του συντονισμού της συλλογικότητας, που σήμερα, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε.

Ένα εκατομμύριο Έλληνες, λοιπόν, πρέπει να αλλάξουν δουλειά. Η αρχή δεν μπορεί να γίνει από Έλληνες γονείς που θα αποφασίσουν να παίξουν στα ζάρια το μέλλον των παιδιών τους. Ούτε, όμως, και από εξαναγκασμένους νέους, που από ανάγκη μόνο και όχι από πραγματική έλξη, θα επιστρέψουν απελπισμένοι και αμήχανοι στα χωράφια των παππούδων τους. Χρειάζεται κάτι μεγαλύτερο, που, πριν από όλα, θα έχει τον σχεδιασμό, την καθοδήγηση, την συμπαράσταση και την σχετική εγγύηση της κοινότητας. Θα προσφέρει συγκρατημένη επιβράβευση στην επιτυχία και ανοχή και επιείκεια στην αποτυχία. Προπάντων αίσθημα ασφάλειας. Οι δρόμοι που πρέπει να βαδίσουμε είναι, για τους περισσότερους, καινούργιοι και άγνωστοι.

buzz it!

7 σχόλια:

S G είπε...

ερμιππε
θα διαφωνησω. Δεν χρειαζομαστε σοβιετικο συμβουλιο να αποφασισει που θα παει ποιος.

Χρειαζομαστε περισσοτερη ελευθερια επιλογων, και λιγοτερη επιβραβευση της αποτυχιας. Αν δεν παραχωναμε στο δημοσιο οσους δεν εκαναν σπουδες της προκοπης ή με καποια πρακτικη σημασια, ισως θα σπουδαζαν και κατι διαφορετικο. Αν δεν θεωρουσαμε την αγορα υπηρεσιων φεουδο του καθε νομικου και ιατρικου συλλογου, ισως δεν θα ειχαμε αυτα τα αστεια φαινομενα, ολοι να θελουν μια θεση στις αναλογες σχολες.

Η Ελλαδα δεν πασχει απο τους υπερβολικα πολλους καλα εκπαιδευμενους ανθρωπους, ισα ισα, πασχει απο τους υπερβολικα πολλους κατοχους πτυχιων, που τιποτα δεν εμαθαν και τιποτα δεν ξερουν να κανουν.

ΕΡΜΙΠΠΟΣ είπε...

@SG

Οι αυτορρυθμίσεις στην αγορά δεν γίνονται από το μηδέν (που είναι το τίποτε) μέχρι το 10 (που είναι το όλον). Οι αυτόματες διορθώσεις που επιφέρει ο ανταγωνισμός σε μια υγιή αγορά είναι μικρές διακυμάνσεις, που συντηρούν την μηχανή δίνοντας κίνητρα στο ικανό και προσθέτοντας το ανάλογο κόστος στο μη αποδοτικό. Το να αφήσεις μια αγορά που έχει φτάσει στην κατάσταση που έχει φτάσει η δική μας -και μάλιστα σε ένα πλαίσιο ανοικτού παγκόσμιου ανταγωνισμού, με αντιπάλους που προπορεύονται μακράν όχι για λόγους μεγαλύτερης επιχειρηματικής ικανότητας, αλλά λόγω ευνοϊκών συνθηκών- να αυτορρυθμιστεί είναι συνταγή απόλυτης καταστροφής και (ας μην με περάσεις για Συριζαίο σε παρακαλώ) αναγκαστικού ξεπουλήματος.

Πρόσεξες βέβαια ότι επέλεξα προσεκτικά τις εκφράσεις που χρησιμοποίησα για να μην είναι σοβιετικού τύπου. Μίλησα για (στρατηγικό υποβοηθητικό) σχεδιασμό, συμπαράσταση και καθοδήγηση και όχι για 5ετή πλάνα του κράτους και ντιρεκτίβες παραγωγής. Για "συγκρατημένη" επιβράβευση και "σχετική" εγγύηση. Όχι για προστασία, με άλλα λόγια, αλλά για προσπάθεια μείωσης του δικαιολογημένου φόβου του επιχειρηματία μπροστά στο απόλυτο ρίσκο. Το ρίσκο που δεν είναι απλά πιθανότητα μιας αναπληρώσιμης μικρής απώλειας από την αποτυχία μιας νέας πρωτότυπης επιλογής που θα κάνει αλλά η αιώρηση ανάμεσα στην επιτυχία και την καταστροφή.

Ο ανταγωνισμός είναι διακινδύνευση του μέρους για να αυξηθεί το όλον. Αναλαμβάνει κάποιος τους λελογισμένους κινδύνους όταν έχει διασφαλίσει ότι η ενδεχόμενη αποτυχία του μπορεί να απορροφηθεί χωρίς να τον οδηγήσει στα όρια της εξάντλησης. Ο ανταγωνισμός δεν είναι βουτιά στο κενό αλλά ορθολογική επιχειρηματική δραστηριότητα. Πόσες ελληνικές επιχειρήσεις ξέρεις σήμερα που διαθέτουν αντοχή και χρηματοοικονομική επάρκεια για να δοκιμάσουν κάτι καινούργιο χωρίς να χρειαστεί να ρισκάρουν την ίδια την ύπαρξη τους;

Και πόσες ξέρεις που έχουν την δυνατότητα να χαρτογραφήσουν εμπειρικά την αγορά (εγχώρια ή διεθνή) - (οι επιχειρήσεις δεν είναι υπερδομές για να ασκούν αποκλειστικές δραστηριότητες ερευνών - ψηλαφούν εμπειρικά και με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα συνήθως την πραγματικότητα), διαθέτοντας τον χρόνο και τους πόρους που απαιτούνται για να πειραματιστούν πάνω σε νέα ανοίγματα;

Η παρέμβαση λοιπόν μιας υπερδομής σήμερα που θα υποκαταστήσει σε κάποιο βαθμό το έλλειμμα και θα φροντίζει για τις απαραίτητες διορθώσεις είναι εκ των ων ουκ άνευ. Μιας υπερδομής που θα λειτουργεί με κανόνες και θα έχει αυτόματους μηχανισμούς απόσυρσης όταν η παρουσία της δεν θα είναι πλέον απαραίτητη. Όχι μιας πελατειακής παράγκας.

Ανώνυμος είπε...

Ο μόνος τρόπος να γίνουν αυτά που λες είναι να μετατραπεί η χώρα σε Βόρεια Κορέα.Αλλά αν γίνει αυτό, τότε αυτοί που θα μπορούσαν να φτιάξουν τις επιχειρήσεις που θα δώσουν τις δουλειές στο 1εκ Ελλήνων θα φύγουν.
Η καταστροφή κ το ξεπούλημα που φοβάσαι είναι η μόνη λύση' η χώρα πρέπει να αποδομηθέί για να ξαναφτιατεί.Αν αυτό απαιτήσει την χρεοκωπία όλων και το ξεπούλημα των Ελληνικών επιχειρήσεων so be it.
Προστατευτισμός τύπου Β Κορέας σαν αυτόν που χρειάζεται για να γίνουν αυτά που λες(πρόσεξε δεν λέω ότι αυτό υποστηρίζεις, αλλά ότι αυτό είναι η λογική συνέπεια της θέσης σου) θα οδηγήσει και πολύ γρήγορα σε carpet bombing.
Game,set and match against Greece.
Απόλαυσε τώρα τις αυτοκτονίες, το παιχνίδι μόλις τώρα αρχίζει

Atlas Shrugged

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Έρμιππε

αντιπαρερχόμενος τις ευκολίες των δύο ανωτέρω σχολιαστών ( εκτοπλασμάτων του φον Μίσες ) να καταθέσω μια παρατήρηση στην αποφθεγματικού χαρακτήρα άποψη του Αρίστου Δοξιάδη :

θεωρώ βέβαια προφανές ότι χρειάζεται αναπροσανατολισμός του εργατικού δυναμικού , αλλά αυτό μπορεί να συμβεί μόνο μεσομακροπρόθεσμα. Μέχρι τότε το 1 εκ ανθρώπων ΔΕΝ θα αλλάξει αντικείμενο εργασίας γιατί απλά , αν όλα αφεθούν στην αόρατη χήρα ( ορθογραφικό ηθελημένο ) της αυτορρύθμισης , εργασία θα υπάρχει μόνο υπό μορφήν αναγκαστικής δουλείας. παράλληλα αντιλαμβάνομαι ότι ο πραγματιστής κος αρίστος θεωρεί ότι η υψηλότης του δεν συμπεριλαμβάνεται στις λίστες αυτής της αναγκαιότητας.

Τέλος να πω ότι αντιλαμβάνομαι ,νομίζω , αρκετάκαλά τη δική σου θέση για το ζήτημα καθώς και την αδήριτη αναγκαιότητα να υπάρξει κάποια παρεμβατική , σχεδιασμένη διαδικασία που θα ξεκινά πρώτιστα από τρεις άξονες

α) μια μορφή στοιχειώδους προστατευτισμού ( στον οποίο άλλωστε η παγκόσμια οικονομία επιστρέφει σταδιακά λόγω την εμφάνισης των νέων μεγάλων δυνάμεων και μάλιστα χωρίς το φόβο του carpet bombing :) )

β) μια αλλαγή νοοτροπίας , επιδιώξεων και συμπεριφοράς που θα βασίζεται στην αναμόρφωση της παιδείας και τέλος

γ) μια αναδιάταξη των εθνικών πόρων και του χρηματοπιστωτικού συστήματος που δεν θα καλείται να εξυπηρετήσει κατά προτεραιότητα τους δανειστές

Παπούλης

Ανώνυμος είπε...

"μια μορφή στοιχειώδους προστατευτισμού"

σε μια χώρα που δεν παράγει σχεδόν τίποτα σημαίνει λιμοκτονία (έλλειψη τροφίμων) και γενοκτονία (έλλειψη φαρμάκων).

Ποιός είπε ότι ο Πόλ Πότ είχε κακές προθέσεις?
Απλώς ήταν ένας αγράμματος μαρξιστής.

Και κάτι επί της ουσίας του άρθρου:
Αλήθεια πότε επιτέλους θα απογοητευτείς απο την σοφία του κράτους και των "ειδικών"?
Ήδη έχουν διαλύσει την οικονομία και την κοινωνία. Τί άλλο πρέπει να κάνουν για να πεισθείς ότι η καλύτερη λύση είναι να μας αφήσουν ήσυχους?

Ανώνυμος είπε...

Ανώνυμε

είναι βλέπω βολικό να αναπαράγεις τη γνωστή παραμύθα ότι η χώρα δεν παράγει ...τίποτε

Αν δεν αντιλαμβάνεσαι ότι σε παγκόσμια κλίμακα η επιστροφή σε κάποιας μορφής προστατευτισμό καθίσταται συν τω χρόνω αναπόφευκτη δεν μπορώ να κάνω τίποτε για σένα... Ούτε άλλωστε νομίζω ότι έχει κάποια αξία να το συζητήσουμε.

Παπούλης

nikiplos είπε...

"Η Ελλαδα δεν πασχει απο τους υπερβολικα πολλους καλα εκπαιδευμενους ανθρωπους, ισα ισα, πασχει απο τους υπερβολικα πολλους κατοχους πτυχιων, που τιποτα δεν εμαθαν και τιποτα δεν ξερουν να κανουν".
(ειπώθηκε παραπάνω από τον SG... )
Η εμπειρία μου από το εξωτερικό στα όσα χρόνια έζησα, είναι περίπου η ίδια... ακόμη και από τα "τρομερά" και ονομαστά Πανεπιστήμια. Σήμερα, βιώνουμε μια βαθιά και χωρίς προηγούμενο κρίση των λεγόμενων "επαγγελματικών" πτυχίων, για πολλούς λόγους, πολλοί από τους οποίους είναι αναπόφευκτοι και οφείλονται στην εξέλιξη της τεχνολογίας. Ένα μεγάλο μέρος της "γνώσης" και κυρίως της "τεχνογνωσίας" κατέχεται από ισχυρούς οικονομικούς κύκλους - υπερ-εταιρίες οι οποίοι καθόλου δεν είναι διατεθιμένοι να το μοιραστούν... Στις ΗΠΑ, οι εταιρίες-όμιλοι γίγαντες, ανέλαβαν και το κόστος της εξειδίκευσης. Πλέον τα μάστερ και οι εξειδικεύσεις γίνονται από αυτούς και όχι από τα Πανεπιστήμια που κυρίως προσφέρουν το βασικό γνωστικό επίπεδο υπό μορφή πιστοποίησης κυρίως (facilitators για την εκπαίδευση και όχι tutors με credits σε ένα περίεργο και συχνά ανατρεπόμενο χρηματιστήριο εκπαιδευτικών αξιών και διδακτικών μονάδων, που σημειωτέον παρέχονται πλέον σχεδόν δωρεάν από το διαδίκτυο).

Ως πιο πρακτικό χωρίς κόκκινες γραμμές και περισσότερο συνδεδεμένο με το αποτέλεσμα μέρος, οι ΗΠΑ, δυσκολεύτηκαν δύο φορές λίγο πριν το μιλένιουμ για αυτό και επινόησαν διάφορα πράγματα:
α. Τους τεχνοβλαστούς. Οι μεγάλες εταιρίες πλέον υπό το βάρος των μετόχων τραπεζιτών τους για γρήγορο κέρδος δεν παράγουν καινοτομία. Αυτή (μια στις 100 ιδέες) όμως μπορεί να φέρει τεράστια κέρδη. Επομένως δημιουργούνται αμέσως μετά τα Πανεπιστήμια ομάδες που καινοτομούν. Χρειάζονται ενθάρρυνση (από τα πανεπιστήμια και ευέλικτες μικρές φιλικές εταιρίες παρέες) και χρήμα, που συνήθως παρέχεται υπό μορφή επένδυσης μεγάλου ρίσκου από τις μεγάλες εταιρίες. Έτσι όταν η ιδέα ευοδώσει, πωλείται η πατέντα και όλοι κερδίζουν. Αν αποτύχει, το ρίσκο και οι μισθοί δεν είναι σπουδαίο πράγμα...
β. Τους δύο κύκλους σπουδών. Βασικές, τελείως χωρίς να προσδίδουν επαγγελματικό πτυχίο. Μετά εξειδίκευση και business as usual. Και μετά όσοι επιλεγούν, προχωρούν. Αυτό είναι κάπως δίκαιο, γιατί δεν απαιτείται να μάθει κάποιος κοσμολογία και υψηλή κβαντομηχανική για να διδάξει σε σχολείο, ούτε να γίνει κάποιος νευροχειρουργός για να δώσει ικανοποιητικές πρώτες βοήθειες σε ένα emergency.

Η Ευρώπη, από την άλλη συνέχισε αυτό το παλιό στερεότυπο που ήξερε, αν και ψήφισε διστακτικά στην Μπολώνια το LMD. Εξακολουθεί να παράγει επαγγελματικά πτυχία κατά κόρον. Οι θέσεις είναι ελάχιστες. Ο χώρος εργασίας άρχισε να απαιτεί μεταπτυχιακούς τίτλους. Σήμερα τα πανεπιστήμια παρέχουν άφθονους. Θα έλεγε κανείς ότι ο προσανατολισμός είναι σαφής: Να γίνει ο φοιτητής καθηγητής πανεπιστημίου... και τόσο άστοχος...
Η Έρευνα? στα 70ς για κάθε θεματικό τομέα (πχ νευροεπιστήμη) έβρισκες 10-20 ομάδες σε όλον τον κόσμο. Κάθε 10 δημοσιεύσεις αφορούσαν μια ιδέα που σύντομα έμπαινε στην πράξη. Σήμερα? Η Έρευνα έχει γίνει βιομηχανία δημοσίευσης papers. Ποτέ δεν υπήρχε πληθώρα περιοδικών που να δημοσιεύουν και να ανακυκλώνουν τα ίδια και τα ίδια. Πόσες όμως από τις 1000δες σημερινές δημοσιεύσεις γίνονται ιδέες, καινοτομία, εφαρμογή και χρήμα? ελάχιστες...

Σε όλον τον Δυτικό Κόσμο, και κυρίως στην Ευρώπη, αρκετοί πρέπει να αλλάξουν δουλειά... και δυστυχώς άνθρωποι που έχουν επενδύσει πολλά για αυτό...


συγνώμη για το παραλήρημα...