Ένα από τα πιό κρίσιμα και βαθύτερα ερωτήματα που πλανώνται στο απέραντο περιβόλι της δημόσιας σφαίρας μας και που απευθύνονται, με έμμεσο συνήθως τρόπο, στους υποψηφίους αρχηγούς της Νέας Δημοκρατίας, είναι το τι σχεδιάζουν να κάνουν με τα στελέχη εκείνα που, σύμφωνα με τον σκληρό πυρήνα της υποκριτικής δήθεν αυτοκριτικής των πεπραγμένων της πάλαι ποτέ νέας διακυβέρνησης, "πλήγωσαν την παράταξη". Όσοι όμως καταγίνονται με την οπερέτα της διαδοχής των αναγεννημένων νεοδημοκρατών ξεχνούν ότι στην ίδια απεχθή κατηγορία των κακών, που Κύριος οίδε τι τους περιμένε, θα πρέπει υπό κανονικές συνθήκες να συμπεριλάβουν τόσο την κ. Μπακογιάννη όσο και τον κ. Σαμαρά.
Όσοι κατέχουν ή ακόμη περισσότερο όσοι διεκδικούν το αξίωμα του αρχηγού δεν (πρέπει να) τοποθετούνται αυτομάτως στο απυρόβλητο γενόμενοι αφ΄ υψηλού κριτές των υπολοίπων. Το φαινόμενο αυτό το είδαμε στην περίπτωση του Κώστα Καραμανλή, που με την δική του υποτιθέμενη πολιτική και ηθική αξία στήριζε μόνος για χρόνια ένα πλήρως φθαρμένο πολιτικό οικοδόμημα. Και μοιραία, όταν αποκαλύφθηκε, -λόγω της πρωτοφανούς αδυναμίας του να λάβει έστω και την απλούστερη απόφαση-, ότι ο ίδιος δεν ήταν τίποτε καλύτερο από όλους τους άλλους, την ανεπάρκεια των οποίων υποτίθεται ότι αναπλήρωνε, το καθεστώς της ΝΔ κατέρρευσε με κουρνιαχτό και πάταγο.
Οι δύο σημερινοί διεκδικητές της ηγεσίας της ΝΔ μοιράζονται στο ακέραιο τις ευθύνες για την κατάντια του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με όλα τα άλλα πρωτοκλασσάτα στελέχη. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι ούτε ο κ. Σαμαράς δικαιούται να επικαλεσθεί το ελαφρυντικό της βραχυχρόνιας παρουσίας του στα πράγματα. Διότι ακόμη και όταν βρισκόταν έξω από το κόμμα, ή την ομάδα των επιφανών αργότερα, δεν τόλμησε την άσκηση έστω και στοιχειώδους κριτικής. Περιορίσθηκε, όπως όλοι, στην μονότονη γλοιώδη υμνολόγηση του Καραμανλή, στην άκριτη αποδοχή της κυριαρχίας της κλειστής, μυστικοπαθούς και άβουλης ηγετικής ομάδας και εν τέλει στην συγκάλυψη του τραγικού ελλείμματος πολιτικής και στην αναπαραγωγή της τόσο επιζήμιας κυρίαρχης άποψης ότι η ανεπάρκεια της συλλογικής σοφίας μπορεί δήθεν να καλυφθεί από την καταλυτική παρουσία του μεγάλου ηγέτη τιμονιέρη. Μικρή σημασία έχει εάν η στάση αυτή ήταν αποτέλεσμα δειλίας ή μειωμένων πολίτικών αντανακλαστικών. Και στις δύο περιπτώσεις καταδεικνύει αδυναμία ασύμβατη με τον ρόλο που σήμερα επιδιώκει να αναλάβει.
Υπό την έννοια όλων των παραπάνω τόσο ο κύριος Σαμαράς όσο και η κ. Μπακογιάννη αδυνατούν στην παρούσα φάση να θίξουν, πολλώ δε μάλλον να θεραπεύσουν, το μείζον πρόβλημα της ΝΔ. Όχι τόσο διότι αυτό θα συνιστούσε πολιτική αυτοχειρία στο πλαίσιο της επικείμενης διαδικασίας εκλογής αλλά επειδή και οι ίδιοι αποτελούν μέρος του προβλήματος που πρέπει να επιλυθεί. Και τώρα και στο μέλλον θα γνωρίζουν ότι κάθε απόπειρά τους για κινήσεις ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού του κόμματος τους θα αντιμετωπίζεται με την ευθεία ή συγκαλυμμένη επίκληση του "δεν δικαιούσθε δια να ομιλείτε", το οποίο θα βρίσκεται περισσότερο στα χείλη των στελεχών της ΝΔ και πολύ λιγότερο σε αυτά των μελών της κυβέρνησης. Εν ολίγοις το έργο που θα κληθεί να αναλάβει ο επόμενος πρόεδρος απαιτεί πρωτίστως την ύπαρξη ηθικού πλεονεκτήματος, που κανένας από όλους όσοι διετέλεσαν παράγοντες της ατυχούς Νέας Διακυβέρνησης δεν διαθέτει. Μοιραία λοιπόν η ανοχή και η ελευθερία κινήσεων που θα εξασφαλίσει στο μέλλον όποιος εκλεγεί θα προσδιορίζεται αποκλειστικά από το εύρος των εσωκομματικών ισορροπιών, της συναλλαγής και των ανταλλαγμάτων και δεν θα διαθέτει πολιτικά χαρακτηριστικά. Με άλλα λόγια δεν θα ακουμπά αυτό που συνιστά το πραγματικό πρόβλημα της ΝΔ.
Επιπλέον, ο τρόπος εκλογής του αρχηγού από την "βάση", από ένα απροσδιόριστο δηλαδή σώμα που δεν διαθέτει την κατάλληλη πολιτική συμμετοχική παιδεία και δεν επιλέγει με κριτήρια που σχετίζονται με το πραγματικό πρόβλημα, θα περιορίσει σημαντικά την νομιμοποίηση των θεσμικών κομματικών οργάνων και θα εξασθενίσει την ήδη μειωμένη επιρροή τους, με αποτέλεσμα την ουσιαστική κυριαρχία των άτυπων μηχανισμών που θα κινούνται γύρω από αυτόν που τελικά θα επικρατήσει. Αυτό είναι κάτι που οι επιτελείς των δύο στρατοπέδων όχι μόνον δεν κρύβουν, όταν μιλούν μακρυά από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά αντίθετα δείχνουν να προσδοκούν και να ονειρεύονται. Και αυτό το έλλειμμα της εσωκομματικής δημοκρατίας είναι που θα αποτελέσει τον ισχυρότερο παράγοντα καθήλωσης της ΝΔ.
Tweet
Όσοι κατέχουν ή ακόμη περισσότερο όσοι διεκδικούν το αξίωμα του αρχηγού δεν (πρέπει να) τοποθετούνται αυτομάτως στο απυρόβλητο γενόμενοι αφ΄ υψηλού κριτές των υπολοίπων. Το φαινόμενο αυτό το είδαμε στην περίπτωση του Κώστα Καραμανλή, που με την δική του υποτιθέμενη πολιτική και ηθική αξία στήριζε μόνος για χρόνια ένα πλήρως φθαρμένο πολιτικό οικοδόμημα. Και μοιραία, όταν αποκαλύφθηκε, -λόγω της πρωτοφανούς αδυναμίας του να λάβει έστω και την απλούστερη απόφαση-, ότι ο ίδιος δεν ήταν τίποτε καλύτερο από όλους τους άλλους, την ανεπάρκεια των οποίων υποτίθεται ότι αναπλήρωνε, το καθεστώς της ΝΔ κατέρρευσε με κουρνιαχτό και πάταγο.
Οι δύο σημερινοί διεκδικητές της ηγεσίας της ΝΔ μοιράζονται στο ακέραιο τις ευθύνες για την κατάντια του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με όλα τα άλλα πρωτοκλασσάτα στελέχη. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι ούτε ο κ. Σαμαράς δικαιούται να επικαλεσθεί το ελαφρυντικό της βραχυχρόνιας παρουσίας του στα πράγματα. Διότι ακόμη και όταν βρισκόταν έξω από το κόμμα, ή την ομάδα των επιφανών αργότερα, δεν τόλμησε την άσκηση έστω και στοιχειώδους κριτικής. Περιορίσθηκε, όπως όλοι, στην μονότονη γλοιώδη υμνολόγηση του Καραμανλή, στην άκριτη αποδοχή της κυριαρχίας της κλειστής, μυστικοπαθούς και άβουλης ηγετικής ομάδας και εν τέλει στην συγκάλυψη του τραγικού ελλείμματος πολιτικής και στην αναπαραγωγή της τόσο επιζήμιας κυρίαρχης άποψης ότι η ανεπάρκεια της συλλογικής σοφίας μπορεί δήθεν να καλυφθεί από την καταλυτική παρουσία του μεγάλου ηγέτη τιμονιέρη. Μικρή σημασία έχει εάν η στάση αυτή ήταν αποτέλεσμα δειλίας ή μειωμένων πολίτικών αντανακλαστικών. Και στις δύο περιπτώσεις καταδεικνύει αδυναμία ασύμβατη με τον ρόλο που σήμερα επιδιώκει να αναλάβει.
Υπό την έννοια όλων των παραπάνω τόσο ο κύριος Σαμαράς όσο και η κ. Μπακογιάννη αδυνατούν στην παρούσα φάση να θίξουν, πολλώ δε μάλλον να θεραπεύσουν, το μείζον πρόβλημα της ΝΔ. Όχι τόσο διότι αυτό θα συνιστούσε πολιτική αυτοχειρία στο πλαίσιο της επικείμενης διαδικασίας εκλογής αλλά επειδή και οι ίδιοι αποτελούν μέρος του προβλήματος που πρέπει να επιλυθεί. Και τώρα και στο μέλλον θα γνωρίζουν ότι κάθε απόπειρά τους για κινήσεις ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού του κόμματος τους θα αντιμετωπίζεται με την ευθεία ή συγκαλυμμένη επίκληση του "δεν δικαιούσθε δια να ομιλείτε", το οποίο θα βρίσκεται περισσότερο στα χείλη των στελεχών της ΝΔ και πολύ λιγότερο σε αυτά των μελών της κυβέρνησης. Εν ολίγοις το έργο που θα κληθεί να αναλάβει ο επόμενος πρόεδρος απαιτεί πρωτίστως την ύπαρξη ηθικού πλεονεκτήματος, που κανένας από όλους όσοι διετέλεσαν παράγοντες της ατυχούς Νέας Διακυβέρνησης δεν διαθέτει. Μοιραία λοιπόν η ανοχή και η ελευθερία κινήσεων που θα εξασφαλίσει στο μέλλον όποιος εκλεγεί θα προσδιορίζεται αποκλειστικά από το εύρος των εσωκομματικών ισορροπιών, της συναλλαγής και των ανταλλαγμάτων και δεν θα διαθέτει πολιτικά χαρακτηριστικά. Με άλλα λόγια δεν θα ακουμπά αυτό που συνιστά το πραγματικό πρόβλημα της ΝΔ.
Επιπλέον, ο τρόπος εκλογής του αρχηγού από την "βάση", από ένα απροσδιόριστο δηλαδή σώμα που δεν διαθέτει την κατάλληλη πολιτική συμμετοχική παιδεία και δεν επιλέγει με κριτήρια που σχετίζονται με το πραγματικό πρόβλημα, θα περιορίσει σημαντικά την νομιμοποίηση των θεσμικών κομματικών οργάνων και θα εξασθενίσει την ήδη μειωμένη επιρροή τους, με αποτέλεσμα την ουσιαστική κυριαρχία των άτυπων μηχανισμών που θα κινούνται γύρω από αυτόν που τελικά θα επικρατήσει. Αυτό είναι κάτι που οι επιτελείς των δύο στρατοπέδων όχι μόνον δεν κρύβουν, όταν μιλούν μακρυά από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά αντίθετα δείχνουν να προσδοκούν και να ονειρεύονται. Και αυτό το έλλειμμα της εσωκομματικής δημοκρατίας είναι που θα αποτελέσει τον ισχυρότερο παράγοντα καθήλωσης της ΝΔ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου