Κυριακή, Μαΐου 09, 2010

-Μια ευκαιρία να συναντηθούμε με την γενιά των γονέων μας

Πριν από κάμποσο καιρό διάβασα ένα ωραίο άρθρο σε μια εφημερίδα. Ήταν μια απότιση φόρου τιμής προς τους πατεράδες και τις μανάδες μας. Προς την μεταπολεμική γενιά, που, σιγά σιγά στις μέρες μας, φεύγει. Σε αυτούς, που βγαίνοντας εξουθενωμένοι από δύο καταστροφικούς πολέμους, κατόρθωσαν με σκληρή δουλειά, στερήσεις, θυσίες, αυταπάρνηση και όραμα να δημιουργήσουν μια νοικοκυρεμένη και ευημερούσα χώρα. Την ίδια χώρα, που εμείς ετοιμαζόμαστε τώρα να παραδώσουμε στις φλόγες της αυτοκαταστροφικής μας μανίας. Ένα μόνο σκοτεινό σημείο περιείχε το κείμενο. Αποκαλούσε την γενιά αυτή, γενιά που "δεν έζησε". Αλλά η απουσία πραγματικής ζωής είναι ασύμβατη με την δημιουργία. Και η γενιά αυτή δημιούργησε. Άρα, δεν μπορεί παρά να "έζησε".

Σήμερα μας δίνεται μια μοναδική ευκαιρία να συναντηθούμε στοχαστικά με την γενιά των γονέων μας. Όχι για να γίνουμε ρομαντικοί εραστές της ολιγάρκειας ή της φτώχιας, αναζητώντας παραμυθία και κρύβοντας την αδυναμία μας να ανοίξουμε και πάλι τον δρόμο προς ένα καλύτερο μέλλον. Αλλά για να εμπνευσθούμε από τα ουσιώδη της δικής τους ζωής, που είναι τα μόνα που μπορούν να μας οδηγήσουν σε μια νέα ανοδική πορεία. Να ανακαλύψουμε την χαρά της κοινωνίας και της συμμετοχής. Την ασφάλεια της αλληλεγγύης, της αλληλοστήριξης και της εμπιστοσύνης. Την λυτρωτική αίσθηση της άμιλλας και της δικαιοσύνης. Που δίνουν ακόμη και στην ήττα μια γεύση λιγότερο πικρή. Τότε είναι σίγουρο ότι όλα τα υπόλοιπα, οι μικρές ή οι μεγάλες πολυτέλειες, αυτές που είναι για να κλείνουν τις εξωτερικές, τις πιο επιπόλαιες απ' τις πληγές μας μόνο, θα έρθουν χωρίς να χρειαστεί να τις αναζητήσουμε.

Είχα γράψει τότε στον αρθρογράφο ένα μικρό σημείωμα.


Αγαπητέ κ. Χ

Γράφετε πολύ ωραία και σπάνια διαφωνώ μαζί σας.

Στο σημερινό σας άρθρο, όμως, χαρακτηρίζετε μάλλον άστοχα την γενιά που φεύγει ως την γενιά που "δεν έζησε". Νομίζω πως αυτό είναι ένα λάθος που έχει την ρίζα του στην παθογένεια των καιρών μας. Στην ταύτιση δηλαδή της ζωής (της ευτυχίας ή της απόλαυσης με άλλα λόγια) με την αφθονία των υλικών μέσων, που την κάνουν πιο πλούσια, πιο εύκολη και πιο άνετη.

Οι γονείς μου ανήκουν στην γενιά αυτή και πέρασαν ιδιαίτερα δύσκολα χρόνια. Δεν έζησαν μόνο την απερίγραπτη φτώχια στην οποία αναφέρεστε, -και που εμείς με τα δικά μας σημερινά μέτρα δεν μπορούμε να κατανοήσουμε-, αλλά και πόλεμο και καταστροφές και ορφάνια και θάνατο. Είδαν τα σπίτια τους να καίγονται και σύρθηκαν για καιρό σε καταυλισμούς προσφύγων. Δεν νομίζω παρόλα αυτά ότι υπήρξαν ποτέ δυστυχείς με την πραγματική έννοια του όρου. Γιατί η ζωή τους είχε σε κάθε στιγμή μια σταθερή νοηματοδότηση, που άφηνε ορθάνοικτο ένα μεγάλο παράθυρο αισιοδοξίας, ελπίδας και προοπτικής. Υπό την έννοια αυτή είχαν τα πάντα χωρίς να έχουν τίποτε. Και επιπλέον, ότι έκαναν δεν το έκαναν για μένα. Το έκαναν για τον εαυτό τους, του οποίου εγώ έτυχε απλά να υπάρξω ως φυσική προέκταση.

Το κρίσιμο στοιχείο όμως κ. Χ ήταν πως οι γονείς μου, όπως όλοι ο γονείς της γενιάς μας, αισθάνονταν τον εαυτό τους ως αναπόσπαστο μέρος μιας ενιαίας ομάδας, που ξεκινούσε από την στενή πυρηνική οικογένεια, περνούσε από το σόι και τους συγγενείς, απλώνονταν στην γειτονιά, στην πόλη και τελείωνε στα όρια αυτού που θεωρούσαν πατρίδα τους. Κανείς δεν ήταν μόνος του μέσα σε ένα εχθρικά ανταγωνιστικό σύμπαν. Κάθε ένας αποτελούσε ουσιώδες δομικό στοιχείο μιας αδιάσπαστης υπερβατικής οντότητας. Και η ποιότητα των σχέσεων, η πίστη στις άυλες αξίες, η συνείδηση ενός προορισμού, η αίσθηση κάποιου καθήκοντος, μικρού ή μεγάλου, δεν έχει σημασία, μαζί με την πληρότητα που πήγαζε από την ορθή εκτέλεση του, ήταν εκείνα τα πράγματα που γέμιζαν την ζωή με γνήσιες απολαύσεις και που τούς έκαναν τελικά να "ζουν" και να δημιουργούν τα υλικά θαύματά τους. Θαύματα για τα οποία πολύ σωστά γράψατε.

Αν υιοθετήσουμε αυτό το "δεν έζησαν", που με τόση βαρύτητα διατυπώνετε στο άρθρο σας, τότε θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι για χιλιάδες χρόνια η ανθρωπότητα ζούσε βυθισμένη στον ζόφο και την δυστυχία. Περιμένοντας την εποχή του ανά εξάμηνο ανανεούμενου iPod, για να αρχίσει να αισθάνεται το πραγματικό νόημα της ύπαρξης της. Και η αντίληψη αυτή θα μας κρατάει όλο και πιο μακριά από τις λύσεις των προβλημάτων μας.

Δεν είναι αναχωρητής, πιστέψτε με. Μάλλον καταναλωτικός θα έλεγα.

buzz it!

4 σχόλια:

Rodia είπε...

Μια χαρα τα γραφεις Ερμιππε :)
Ζησαμε και καλοζησαμε! Το λαθος αρκετων απο τη γενια μας ήταν οτι, κατω απο τη πιεση του κυνηγιου των αγαθων που δεν θελαμε να στερησουμε απο τα παιδια μας, ίσως τους δωσαμε στρεβλη εικονα για τη σημασια (τι σημαινει, δλδ) της ευτυχιας...

enaon είπε...

Νομίζω είναι ακόμα χειρότερα τα πράγματα, αλλά δεν μπορούμε να το παραδεχθούμε.

Δεν έχω καταλάβει τι εννοούμε όταν αναφερόμαστε στις γενεές, πώς τις ορίζουμε και αν πράγματι όλοι καταλαβαίνουμε το ίδιο, οπότε το ορίζω όπως το καταλαβαίνω στα γρήγορα. Θεωρώ ότι μία γενιά έχει μεταβαλλόμενη διάρκεια και πολλά επίπεδα, με την έννοια ότι σχετίζετε με την κοινωνική θέση. Αν λοιπόν δυο άνθρωποι γεννήθηκαν το 1960, ο πρώτος είναι ποδοσφαιριστής και ο δεύτερος είναι Ιατρός, τότε του πρώτου η γενιά αφορά στα έτη 1980-1995, του δεύτερου 1990-2055.Θεωρώ δηλαδή, όχι με απόλυτα νούμερα, ότι η «γενιά μας» είναι ο χρόνος εκείνος που ο κάθε ένας μας στον ρόλο που έχει, μπορεί να επηρεάσει δραστικά το σύστημα της κοινωνίας με τις πράξεις του και τις επιλογές του.

Αν η θεώρηση γίνει αποδεκτή, συμπεράνουμε ότι μία κοινωνία δεν κινείτε με μία ταχύτητα, ο μικρότερος χρόνος που χρειαζόταν να δουλεύουν οι γυναίκες για παράδειγμα, βοήθησε σημαντικά στην εξομάλυνση των δύο φύλλων, αφού για το ίδιο χρονικό διάστημα το θηλυκό γένος έκανε περισσότερες μεταβιβάσεις γενεών από το αρσενικό.

Έτσι λοιπόν, εγώ καταλαβαίνω την γενιά των γονέων μας ως χοντρικά την γενιά 1965-2000, εκείνους δηλαδή που γεννήθηκαν την εποχή 1930-1950. Τώρα είναι συνταξιούχοι ή προσπαθούν να γίνουν, την εποχή του πολέμου ήταν παιδιά, άλλοι κρατάγανε το τιμόνι της χώρας. Η εποχή που είχαν την ευκαιρία να αφήσουν το στίγμα τους, η εποχή που οι αποφάσεις είχαν σημασία γιατί έπρεπε να γίνουν μία και μόνο πρακτική επιλογή και όχι θεωρήματα, ήταν η εποχή που η «γενιά τους» είχε το τιμόνι στα χέρια της.

Θεωρώ ότι η γονείς μας, είναι η γενιά των απίστευτων υποκριτών. Τους αγαπάμε όμως γιατί πέρα από όλα μας αγαπάνε και εκείνοι, και έτσι γίναμε η γενιά της άγνοιας, όπου το «δεν έχω ιδέα» αν το πεις καλά είναι άποψη.

Νομίζω ότι στην σύγχρονη Ελλάδα είναι η πρώτη φορά που η κοινωνία δεν συζητάει, στην καθημερινότητά της για θέματα πολιτικά, όχι επειδή απαγορεύεται, επειδή είναι ταμπού ή διότι είναι πολύ σοβαρό θέμα, αλλά διότι πραγματικά δεν έχει ιδέα, δεν ασχολείται, δεν ενδιαφέρεται καθόλου.

Δυστυχώς αν παιδευτούμε θα βρούμε ενοχή για τους γονείς μας και εύθηνη για εμάς, δύο πράγματα που δεν θέλουμε να αναγνωρίσουμε, που σημαίνει ότι κάποια επόμενη γενιά ίσως θα παράγει κοινωνικό έργο, η δική μας είναι καταδικασμένη.

ΕΡΜΙΠΠΟΣ είπε...

Νομίζω πως αυτό που λέει η Ροδιά παραπάνω είναι σωστό. Από την μια δεν θέλανε να μας στερήσουν αυτά που στερήθηκαν και από την άλλη θέλησαν να μας προστατεύσουν στερώντας μας επιλεκτικά κατά την κρίση τους αυτά που έκαναν τους ίδιους να υποφέρουν. Ένα από αυτά ήταν η πολιτική όπως την έζησαν στον εμφύλιο και στην πρώτη περίοδο μέχρι την μεταπολίτευση. Άλλωστε για όλο αυτό το διάστημα η Ελλάδα πέρασε μια περίοδο "τέλους της ιστορίας" (ας μου επιτραπεί ο παραλληλισμός) με την επικράτηση της κυρίαρχης ιδεολογίας των νικητών, που με θεολογικούς όρους σχεδόν εμφανιζόταν ως η μόνη αποδεκτή. Ίσως έκαναν λάθος αλλά δεν ήταν υποκριτές. Συνήθως κάνουμε ένα λάθος όταν μελετούμε την ιστορία. Αρχίζουμε από το τέλος και πηγαίνουμε προς την αρχή με αποτέλεσμα να κρίνουμε το παρελθόν με βάση τις συνθήκες του παρόντος και την γνώση των γεγονότων που καθόρισαν την πορεία των πραγμάτων. Ως ένα βαθμό δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς αφού δεν μπορούμε να αποδεσμευτούμε από την ήδη υπάρχουσα γνώση μας. Νομίζω πως θα κρίναμε διαφορετικά τους παλιότερους αν μπορούσαμε να μεταφερθούμε στην εποχή τους και αν προσπαθήσουμε να δούμε τα πράγματα του τότε με τα δικά τους μάτια. Ευχαριστώ πάντως για το σχόλιο.

enaon είπε...

Συγνώμη για το ύφος στο παραπάνω, κάτι θα μου έφταιξε και ήταν επιθετικό.
Συγνώμη και για το πλάτος του παρακάτω, δεν θα ξανακάνω κατάχρηση του χώρου σου.

Δεν είναι η πρόσφατη θεωρία μου αυτή, την έφτιαξα όταν προσπάθησα να μου εξηγήσουν οι μεγάλοι ποιοι είναι οι κακοί. Δηλαδή προφανώς και είναι σημερινή και αύριο ίσως έχω άλλη, αλλά της εικόνες μου τις τραβάω από παλιά.

Οι Γερμανοί έφυγαν, αλλά οι γονείς μας τους κράτησαν εδώ για άλλοθι. Ήταν οι αόρατοι άλλοι, υπήρχαν για να δικαιολογούν λέξεις όπως προδότης, χαφιές, σπιούνος, καρφί κλπ.

Προσπάθησε να θυμηθείς πώς μας μεγάλωσαν. Ο δάσκαλος ήταν καλός, το σχολείο καλό, οι συμμαθητές σου καλοί, δεν ήταν καλό να αντιγράφεις, αλλά αν κάποιος αντέγραφε, θα ήσουν κακός αν το έλεγες. Θυμήσου ότι λέξεις σαν ηθικός, φιλότιμος, έντιμος, ακουγόντουσαν αρκετά τότε, προσπάθησε να θυμηθείς αν ποτέ κατάφερες να τις συναντήσεις σε κάποιον και σκέψου τι βάρος έχουν σήμερα.

Μέχρι τα 10μου, νόμιζα ότι η εσωτερική οικιακή βοηθός μας, ήταν ανιψιά της γιαγιάς μου γιατί την έλεγε θεία. Νόμιζα έμενε μαζί μας γιατί αγαπούσε την γιαγιά μου και εμάς που μας έκανε όλες τις δουλειές. Μετά κατάλαβα ότι στο χωριό της δεν είχε ρεύμα, τηλέφωνο και τουαλέτα μέσα στο σπίτι, ήταν πολλά παιδιά, είχε ένα πρόβλημα υγείας, ο παππούς μου ουσιαστικά την βοήθησε κάνοντάς την καλά με αντάλλαγμα την εργασία της.

Κατάλαβα ότι για να λειτουργήσει αυτό που εννοούσαμε επιτυχημένη οικογένεια, κάποιος άλλος έπρεπε να έχει ατυχήσει χοντρά. Στα χωριά πήγε ρεύμα και γιατροί, οι κοπέλες από το χωριό γίνανε από τις Φιλιππίνες, αλλά δεν άλλαξαν οι ισορροπίες.

Δεν καταλογίζω ευθηνές στους προηγούμενους, δεν με συμφέρει άλλωστε γιατί εμείς σχεδόν σίγουρα θα τα κάνουμε χειρότερα. Τα λέω γιατί νομίζω ότι αν δεν καταλάβουμε πού είμαστε, δεν θα μάθουμε που πηγαίνουμε, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν θα πάμε.

Είμαστε σαν το σχόλιο του αρκά, δεν μπορούμε να βγούμε από το αδιέξοδο γιατί δεν θυμόμαστε από πού μπήκαμε. Καταλαβαίνω ότι σε καιρούς δύσκολους, στεφόμαστε προς την ελπίδα και την αισιοδοξία, αλλά τώρα οι καιροί δεν είναι δύσκολοι, είναι αόριστοι. Δεν έχουμε ιδέα τι γίνετε, δεν ξέρουμε από πού ήρθαμε και που πάμε. Δεν έχουν ιδέα ούτε οι γονείς μας πλέον. Αν αύριο ακούγαμε ότι έγινε λάθος, ήταν λάθος το λάθος που νόμιζαν ότι είχε κάνει η Ελλάδα στα βιβλία της, αν μας λέγανε ότι δεν χρωστάμε πια και είμαστε μία χαρά, ξαφνικά θα νιώθαμε ωραία πάλι, Θα ήταν όλα καλά, η κοινωνία δεν θα ήταν σαθρή και δεν θα ήθελε διαθρωτικές αλλαγές και τα λοιπά.

Κλείσε τα μάτια και σκέψου αν είσαι κοντά στα 35 ότι οι συμμαθητές σου θα πιάσουν το τιμόνι για τα επόμενα 20 χρόνια, και προσπάθησε να δώσεις όνομα στο συναίσθημα που αισθάνεσαι. Νομίζω πρέπει να μας τρομοκρατήσει, αλλά δεν το βλέπω..